ΣΤΗΝ ΠΕΡΣΑΙΝΑ ΗΛΕΙΑΣ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΚΑΣΤΡΟ ΑΡΑΚΛΩΒΟ
ΤΟΥ ΔΟΞΑΠΑΤΡΗ ΒΟΥΤΣΑΡΑ
(Από τον Σοφιανό Α.Νικολόπουλο ή Γκάρλα, Συνταξιούχο Μαθηματικό)
Ο Γάλλος καθηγητής του Πανεπιστημίου της Λυών κ. ANTOINE BON, αφού μελέτησε καλά τα Γαλλικά βιβλία που γράφουν για την Φραγκοκρατία στην Πελοπόννησο, έγραψε κι΄ αυτός ένα βιβλία με τίτλο “LA MORÉE FRANQUE L’ ELIDE” που κατά μετάφραση της ΦΑΝΗΣ Γ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ σημαίνει «Ο ΦΡΑΓΚΙΚΟΣ ΜΟΡΕΑΣ, ΟΙ ΦΡΑΓΚΟΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΗΛΕΙΑΝ».
Στο βιβλίο αυτό μεταξύ των άλλων γράφει:
«Ανατολικά, αν μπορούμε να συμπεριλάβουμε τους πρώτους λόφους, όπου βρίσκεται η Ώλενα, μόλις το υψόμετρον ανεβαίνει, μπαίνουμε στην περιοχή των Σκορτών (Σκορτά)».
Τί άλλο θέλουμε για να καταλάβουμε ότι πρόκειται για την περιοχή της Φολόης; Γιατί έχω γράψει αλλού, ότι η περιοχή της Φολόης σύμφωνα με τον Στράβωνα περικλείεται μεταξύ των ποταμών Σελλήεντα και Ερυμάνθου, της οδού «111» και της νοητής γραμμής Καράτουλα-Ώλενα-Πελόπιο-Αρχαία Ολυμπία.
Πράγματι, από την συμβολή του ποταμού Ενιπέα και ποταμού Πέρσαινας (που ίσως ελεγόταν ΟΜΠΛÓΣ), αρχίζουμε να ανηφορίζουμε και φθάνουμε στην τοποθεσία «Σκορύνα» της Καλολετσής, η οποία τοποθεσία λέγεται και «Στρογγυλό» λόγω του σχήματός της. Νομίζω ότι η λέξη «Σκορύνα» δεν είναι άσχετη με την λέξη «Σκορτά».
Προχωρώντας τον ανήφορο μετά από δύο χιλιόμετρα περίπου, φθάνουμε στην τοποθεσία «Μελισίτσα» της Πέρσαινας.
Εδώ θα σταματήσουμε και θα γράψω τα εξής:
Στην Πέρσαινα Ηλείας πολλές τοποθεσίες έχουν ως πρώτο συνθετικό την λέξη «Άρα», όπως Αρακώστα, Αραβασίλη, Αρανικολάκη κ.λ.π., που σημαίνουν η κάθε μία αντίστοιχα: Στο χωράφι του Κώστα, στο χωράφι του Βασίλη, στο χωράφι του Νικολάου, κ.ο.κ. όπου μαζί με άλλες αρκετές, συγκεντρώνουν τις περισσότερες τοποθεσίες του χωριού Αρβανίτικες. Μια από τις τοποθεσίες λέγεται απλώς «Άρα». Ασφαλώς δεν πρόκειται ούτε για τον συμπερασματικό σύνδεσμο και ούτε για τους πιο φανταχτερούς από τους μεγάλους παπαγάλους της τάξεως των Ψιττακομόρφων. Αν όμως κατεβάσουμε τον τόνο και γίνει «Αρά» που σημαίνει κατάρα, τότε επιβεβαιώνει την Θεά του ολέθρου και της εκδίκησης, όπου σύμφωνα με κάποια λαϊκή παράδοση του χωριού ένα ζεύγος έκανε έρωτα μέσα σ΄ εξωκκλήσι που ήταν εκεί και τότε το εκκλησάκι αυτό (η Μετάμορφωσις του Σωτήρος) έφυγε και πήγαινε να γκρεμιστεί στον γκρεμό στου «Τσούρθη» αλλά ο Άγιος Γεώργιος από απέναντι την είδε… και την σταμάτησε στην θέση «Σωτήρω».
Στο τέλος όμως αυτού του άρθρου μου θα αποδείξω ότι δεν πρόκειται για την «Μεταμόρφωση του Σωτήρος».
Λεπτομέρειες ίσως γράψω άλλη φορά και ν΄ αποδείξω ότι στην «΄Αρα» ήταν μια Ομηρική πόλη, δεδομένου ότι οι ιδιοκτήτες των χωραφιών στην «Άρα» είχαν βρει πήλινα αγγεία, τάφους, σιδηρικά κλπ., αλλά τα περιφρονούσαν και τα έσπαζαν. Στην ψηλότερη κορυφή της Άρας, που έχει το σχήμα κώνου, είναι το εξωκκλήσι του Προφήτη Ηλία, όπου πανηγυρίζει το χωριό στις 20 Ιουλίου, χωρίς να ξέρει κανένας πότε κτίστηκε.
Πριν λίγα χρόνια, προκειμένου να μεγαλώσουν οι συγχωριανοί αυτό το εξωκκλήσι, γκρέμισαν μέρος του και στα θεμέλιά του βρήκαν οι οικοδόμοι κτιστούς πέτρινους τάφους με κρανία 25 μικρών και μεγάλων ανθρώπων. Στην τοποθεσία «΄Αρα» θάπρεπε να μεταφερθεί το χωριό και όχι στην ιστορική θέση «Μνήμα Μποντίνι», γιατί θα ήταν σε πανοραματική θέα, βλέποντας γύρω-γύρω όσο «κόβει» το μάτι μας, τον Κάμπο της Ηλείας, το Κατάκωλο το βράδυ, τον Πύργο λίγο (γιατί εμποδίζουν οι λόφοι του Λαμπετίου, Κολυρίου και Βαρβάσαινας) τον καπνό του τρένου βλέπαμε από του Στρέφη μέχρι το Πελόπιο, τα πλησιέστερα χωριά (ακούμε και τις καμπάνες), τον ποταμό Ενιπέα. (Άβουρα, ή Αύρα, ή Λεστενίτσα), τις οροσειρές Φολόης, Ερυμάνθειας και Λαμπείας, τα οροπέδια Λάλα και Κάπελης, τα δυο χωριά (παλαιό και νέο), σχεδόν όλες τις τοποθεσίες του παλαιού χωριού που μεταφέρθηκε κατά τη δεκαετία του 1970 σαν σεισμόπληκτο στη θέση «Μνήμα Μποντίνι» και πάρα πολλά άλλα πλεονεκτήματα θα μπορούσα να γράψω.
Δικαιολογημένα, λοιπόν, την ζηλεύω αυτήν την περιοχή γύρω-γύρω στην «΄Αρα» και Προφήτη Ηλία και απορώ γιατί δεν έκαναν οι παλιοί εκεί κάποιο Κάστρο, οι Βυζαντινοί, οι Φράγκοι, οι Ενετοί, οι Καταλανοί και οι Τούρκοι. Και όμως λίγο πιο κάτω περίπου 2 χιλιόμετρα στην τοποθεσία «Μελισίτσα», έχουμε το «Αράκλωβο». Να και πάλι η λέξη «ΑΡΑ» μαζί με την λέξη Κλωβός (=κλουβί, και καθετί που μοιάζει με κλουβί). Μόνον που εμείς οι Περσαιναίοι, δεν το λέμε Αράκλωβο, αλλά το λέμε Καστέλλι, έτσι το κληρονομήσαμε.
Πριν όμως περιγράψω αυτό, θα γράψω μερικά πρόσφατα γεγονότα που τα ξέρουν και οι συγχωριανοί μου. Κατά τις αρχές της δεκαετίας του 1950, ο συγχωριανός μας Γεώργιος Διαμαντόπουλος του Γιαννάκη (που έχει το παρατσούκλι «Κάγκαλος»), προκειμένου να μετοικήσει οικογενειακώς στον Άγιο Γεώργιο του Πύργου, πούλησε το χωράφι του στην Μελισίτσα μαζί με τις πεύκες στον πατέρα μου Άγγελο Νικολόπουλο (Γκάρλα).
Ο γέρο-Γιαννάκης για να τον πείσει να πάρει το χωράφι τού έλεγε: «Τον θησαυρό που θα βρίσκεις σ΄ αυτό το χωράφι» καθώς τα έλεγε λίγο ψευδά.
Πράγματι μερικοί στα σπίτια τους είχαν στολίδια, αγγεία, μάρμαρα που τα είχαν βρει εκεί. Στο ίδιο του το χωράφι ο Διαμαντόπουλος είχε χαμοκέλα που την είχε στολίσει με αντικείμενα που τα εύρισκε όταν όργωνε το χωράφι του. Πολλά τα έσπαγαν «γιατί τόσο τους έκοβε». Είχαν βρει μαρμάρινο τραπέζι, σταυρό, σφραγίδα, χάλκινο λεβέτι, πολλά αγγεία και ένα άγαλμα γυναίκας που καθόταν σε καρέκλα και κρατούσε δρεπάνι, το ετοποθέτησαν στην βρύση στα «Παπαδέϊκα», αλλά δυστυχώς χάθηκε και μόνον μια πλάκα μαρμάρινη υπάρχει εκεί με δυσανάγνωστα γράμματα.
Τελικά ο πατέρας μου αγόρασε το χωράφι με τις πεύκες. Εύρισκε και αυτός αντικείμενα σπασμένα πιθάρια, μάρμαρα, αγαλματάκια κλπ. αλλά τα περιφρονούσε (τσοπάνης ήταν).
Πριν 20 χρόνια ο κληρονόμος αδελφός μου Νίκος εγκατέλειψε την προσπάθειά του να ξεθάψει κάποια τεράστια μαρμάρινη πλάκα γιατί θα του έσπαγε το υνί από την σιδεριά που όργωνε το χωράφι. Όταν έμαθα αυτό πήγα στο χωριό μου και κατ΄ ευθείαν για την Μελισίτσα με τα πόδια (με κορόιδευαν οι συγχωριανοί ότι αυτά που κάνω είναι κουταμάρες). Επήρα ένα κομμάτι, το έδειξα σε συνάδελφό μου (ειδικότητας των Καλλιτεχνικών) με έστειλε σε κάποιο γραφείο στο Πολυτεχνείο και εκεί μου είπαν ότι είναι Βυζαντινής Εποχής. Θα πρέπει, λοιπόν, να είναι ο Τάφος του Εθνικού ήρωα των Ελλήνων κατά την εποχή της Φραγκοκρατίας, Δοξαπατρή Βουτσαρά, που ενώ μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Σταυροφόρους της Δύσης το 1204 κάμπτοταν οι Ελληνικές εστίες αντίστασης, ο Βουτσαράς Δοξαπατρής, αντέταξε απεγνωσμένες άμυνες από το μικρό αυτό αλλά περίφημο Αράκλωβο. Ο ήρωας εξερχόμενος συχνά από το μικρό αυτό Κάστρο, σκότωνε πολλούς Φράγκους.
Οι χρονογράφοι τον παρουσιάζουν ως πραγματικό Βυζαντινό απελάτη ή ακρίτα, με την χαρακτηριστική βαριά σιδερένια κορύνα το αχώριστο όπλο του που ο θώρακας του όπλου αυτού ζύγιζε 150 βυζαντινές λίμπρες (50 οκάδες = 61,5 κιλά). ΄Ισως η τοποθεσία Σκορύνα που είναι κάτω από τον γκρεμό (ζωνάρι) στου Ραχητσέγκου να πήρε το όνομά της από την Κορύνα του Δοξαπατρή με την προσθήκη του «Σ» στην αρχή για την συνεκφορά, όπως κόνις = Σκόνη, αν είναι άσχετη με τα Σκορτά.
Το κάστρο έχει και το θρύλο του: Το μακρινό εκείνο καιρό που οι ανδρειωμένοι του Βουτσαρά πάλευαν με τους ιππότες για το κάστρο, είχε προκύψει στα κρυφά το ερωτικό ειδύλλιο. ανάμεσα στον Καμπανέση (ονομαζόταν Γουλιέλμος του Σαμπλίτ), και την πεντάμορφη κόρη του έλληνα πολέμαρχου Μαρία Δοξαπατρή. Σαν όμως τα έφερε ο καιρός ανάποδα για το μυστικό ζεύγος και ο Καμπανέσης αναγκάστηκε να φύγει για την πατρίδα του, ή έμορφη θυγατέρα από το μαρασμό της πήρε τη μοιραία απόφαση να δώσει τέλος στα ζηλευτά της νιάτα κάμωντας ένα πήδημα από τα τείχη του κάστρου.
Φωτό δεξιά:
Ακόμη το όνομά του οι Έλληνες το έδιναν ως βαπτιστικό στα παιδιά τους, ο δε Δημ. Βερναρδάκης το 1858 δραματοποίησε την παράδοση για τον ηρωϊκό θάνατο της κόρης του Μαρίας Δοξαπατρή, γράφοντας ότι ήταν ερωτευμένη με τον αρχηγό των κατακτητών, ενώ στην πραγματικότητα αυτή προτίμησε να γκρεμιστεί από το κάστρο παρά να γίνει παλλακίδα του Καμπανίτη.
Το φρούριο αυτό που ήταν προορισμένο να εξασφαλίζει τον έλεγχο των γύρω περιοχών αποτελούνταν από ένα κάστρο με ένα γουλά (βρύση) και τον μπούρκο (στέρνα) σύμφωνα με την περιγραφή του Χρονικού του Μορέως (115). Και σήμερα ακόμη πηγάζουν λίγα νερά μέσα από τα βούρλα εκεί. Στις Ελληνικές πηγές η ονομασία του ποικίλει: Αράκλωβον, Ορεόκλωβον, Εριόκλωβον και Ράκλωβον ενώ οι Φράγκοι το ονόμαζαν Bucelent ή Buchelet. Ο πληθυσμός του ήταν ελάχιστος και μετά την επέκταση των Φράγκων στην Πελοπόννησο έπαψε να έχει την προγενέστερη σημασία του.
Ο λόφος που ήταν αυτό το Καστέλλι έχει σχήμα κόλουρης πυραμίδας (Κολοβής πυραμίδας) δηλαδή σαν μια αναποδογυρισμένη ζαρντινιέρα, όπου η επάνω επιφάνειά του ήταν σχεδόν πέτρινη. Ο γκρεμός είναι στο νοτιοδυτικό μέρος, από όπου έπεσε η Μαρία Δοξαπατρή, κάτω στο πλάι ήταν τεράστια πεύκα και το στενόμακρο χωράφι Ραχητσέγκου.
Στο Βορειοδυτικό μέρος μέχρι πρότινος ήταν κι εκεί πευκοδάσος με τεράστια χονδρά πεύκα και βράχια που δυστυχώς η μεγάλη πυρκαγιά πριν 15 χρόνια τα κατάστρεψε. Και όταν λίγο αργότερα η κοινότητα της Πέρσαινας, με μπουλντόζα άνοιγε αγροτικούς δρόμους, κάτω από τα πεύκα αυτά, ξέθαψε μεγάλα πιθάρια με σκελετούς ανθρώπων μέσα. Τότε ο πρόεδρος της κοινότητας ο μακαρίτης Μεγακλής Β. Στροφύλλας, ανάφερε τα γεγονότα αυτά στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Ολυμπίας και αυτοί δεν συνέχισαν για τα περαιτέρω.
Αλλά και ο υποφαινόμενος εκ μέρους του Εν Αθήναις Συλλόγου Περσαιναίων Ηλείας (ως γραμματέας) με έγγραφά μου προς τους αρμοδίους προκειμένου να αξιοποιηθεί η περιοχή και να προστατευτούν τα αρχαία, αυτοί αδιαφόρησαν και μόνον διέταξαν να πούμε στους ιδιοκτήτες της περιοχής να μην κάνουν βαθειά άροση, με αποτέλεσμα να βρίζουν οι συγχωριανοί τον Σύλλογο. Στην πλευρά αυτή του Κάστρου είναι η τοποθεσία Παλιάρα (Παλαιά ΄Αρα ή Μπαλιάρα) (βλέπουμε η λέξη «΄Αρα» είναι δεύτερο συνθετικό) που έχει και αυτή αρχαία. Σ΄ αυτήν έχουμε και αρκετά νερά που μαζί με όλα τα νερά της περιφέρειας Πέρσαινας κάνουν τον καταρράκτη στου Τσούρθη και μετά την Σκορίνα ενώνονται με τα νερά του Ενιπέα. Αλλά και στην ανατολική πλευρά έχουμε αρκετά νερά στις τοποθεσίες Σιντόδερη και Κρυάδες. Ακόμη στην Βορειοανατολική πλευρά είναι η Βρύση της Μελισίτσας και στη μέση του χωραφιού βαλτόνερα. Ίσως η Μελισίτσα να πήρε το όνομά της από τον αρχηγό των Τούρκων μισθοφόρων Melic (Μελίς) Μελίς-ιτσα = Μελισίτσα, που το 1264 οι Φράγκοι τον έστειλαν με ικανό στρατό για να καταλάβει το Καστέλλι αλλά δεν τα κατάφερε. Μετά τον θάνατο του Δοξαπατρή Βουτσαρά το υπεράσπιζε ο Έλληνας Φιλόκαλος κατά τα έτη 1287-1289. Τότε ο Γοδεφρείδος ντε Μπρυγιέρ από την Καμπανία που είχε εγκατασταθεί στο Ξεροχώρι Ηλείας, προφασιζόμενος ζαλάδα από τα κοιλιακά που δήθεν υπόφερε, πήρε τους στρατιώτες του και πήγε για να πιει νερό από την στέρνα του Αράκλωβου. Και τότε με μια σειρά πονηρών ενεργειών του, προσποιηθείς τον ετοιμοθάνατο, εισήλθε στο φρούριο, ξενιζόμενος δε εζήτησε να εισαγάγει στρατιώτες για να συντάξει την διαθήκη του. Αλλά αίφνης επιπεσών κατά του Φιλοκάλου τον εξεδίωξε. Γενομένης κατόπιν μάχης μεταξύ των Αυτοκρατορικών, σπευσάντων μετά πρόσκλησιν εκ Μονεμβασιάς και εκ του Κυλλήνης ελθόντος Φράγκου Νικ. Σαιντομέρ, ο δειλός Ντε Μπρυγιέρ, λαβών υποσχέσεις ανταμοιβής, παρέδωσε στους Φράγκους το Αράκλωβο, όπερ κατ΄ επανειλημμένους χαρακτηρισμούς του Χρονικού «Μέσα στον τόπο των Σκορτών κείται και αυθεντεύει». ΄Ετσι λοιπόν έπεσε και το τελευταίο αυτό ηρωϊκό Καστέλλι.
Ο Βουτσαράς Δοξαπατρής ήταν γιγαντόσωμος, πολεμούσε έφιππος με ισχυρή πανοπλία και έσπαζε τα κεφάλια των αντιπάλων με ένα βαρύ ρόπαλο, το οποίο ελάχιστοι διέθεταν την απαραίτητη μυϊκή δύναμη για να χειριστούν. Από τον πρωτότυπο τρόπο μάχεσθαι του Βουτσαρά Δοξαπατρή, που θύμιζε τον Ηρακλή, λέγεται από κάποιους ότι έμεινε στην νεοελληνική η λαϊκή έκφραση «την έφαγε στο δοξαπατρί», με την οποία περιγράφονται τα κατακούτελα κτυπήματα.
Όταν το 1207 οι υπό τον Γουλιέμο Σαμπλίτη σταυροφόροι, που ξεκίνησαν από την Ανδραβίδα για να καταλάβουν όλη την ορεινή Ηλεία και Αρκαδία, απαίτησαν την παράδοση του κάστρου του, ο Βουτσαράς Δοξαπατρής αρνήθηκε και τους καθήλωσε για αρκετό καιρό, παρά το σαφές άνισο τού αγώνα, τόσο σε επίπεδο αριθμού πολεμιστών όσο και σε επίπεδο οπλισμού.
Φωτό δεξιά:
Πήρε το όνομα ΑΡΑΚΛΩΒΟ (ΑΡΑ + ΚΛΩΒΟ = στο χωράφι που είναι το κλουβί) μιας και ήταν μικρό φρούριο καθώς αναφέρει το Ελληνικό «Χρονικό» στους στίχους 1759-61):
«Να στείλουν κ΄ εις τον Αράκλωβον, όπου κρατεί τον δρόγγον. Όπου το λέγουν στα Σκορτά, μικρόν Καστέλλιν, ένι αλλά εις Τραχώνιν κάθεται, πολλά ένι αφιερωμένον».
Στον Πίνακα του BUCHON του 1471 αναφέρεται πριν από το Χελιδόνι της Ηλείας ως Αρβανόκαστρον.
Και σύμφωνα με το βιβλίο «Πληθυσμός και οικισμοί της Πελοποννήσου 13ος-18ος αιώνας» του Βασίλη Παναγιωτόπουλου, στοιχεία που προέρχονται από ένα αναλυτικό κατάστιχο τιμαρίων του 1461/1463, το πρώτο προφανώς κατάστιχο αυτής της κατηγορίας που συνέταξε η Οθωμανική διοίκηση αμέσως μετά την οριστική κατάκτηση της Πελοποννήσου το 1460, όπου το πρωτότυπο έχει διασωθεί στην Εθνική Βιβλιοθήκη «Κύριλλος και Μεθόδιος» της Σόφιας και έχει εκδοθεί στα Βουλγάρικα, στους οικισμούς και πληθυσμό της ΒΔ Πελοποννήσου με αύξοντα αριθμός 124 αναφέρει το Αρβανόκαστρο ότι εκατοικείτο από Έλληνες και μάλιστα από 51 έγγαμους άνδρες, 5 άγαμους, 4 χήρες, δηλ. συνολικά 60 οικογένειες και πλήρωναν τιμαριωτικό εισόδημα 5.190 akce.
Αλλά, εξ αιτίας των Τούρκων και ιδιαιτέρως από τους Τουρκαλβανούς της περιοχής που κατοικούσαν στο γειτονικό χωριό Λάλα Ηλείας, μειώνεται ο πληθυσμός του Αρβανόκαστρου και σύμφωνα με το Αρχείο Grimani κατά την απογραφή του 1700, το Αρβανόκαστρο έχει αύξοντα αριθμό 147, τώρα μόνον 5 οικογένειες με σύνολο 19 ατόμων, εκ των οποίων ηλικίας 1 έως 16 ετών ήταν 2 αγόρια και 9 κορίτσια, ηλικίας 16 έως 30 ετών ήταν μόνον 1 γυναίκα, ηλικίας 30 έως 40 ετών ήταν 1 άνδρας και 2 γυναίκες, ηλικίας 50 έως 60 ετών ήταν μόνον 1 άνδρας και άνω των 60 ετών ήταν 3 άνδρες. Αλλά και απ΄ αυτούς αν γλύτωσαν μερικοί ίσως να μετώκησαν στην Πέρσαινα που τότε είχε 3 οικογένειες. (Λεπτομέρειες στο υπ΄ αριθ. 1 φύλλο της Εφημερίδας «Πέρσαινα» του Συλλόγου).
Αυτό λοιπόν είναι το Βυζαντινό ηρωικό Αράκλωβο που αργότερα ονομάστηκε Αρβανόκαστρο και που τόσους αιώνες έχει βασανίσει Έλληνες και ξένους συγγραφείς, ερευνητές και ιστορικούς για να το ανακαλύψουν. Κακώς λοιπόν το τοποθετούσαν σε διάφορα μέρη της Πελοποννήσου, όπως ο Τάκης Κανδηλώρος στο «Παλιόκαστρο» κοντά στη Βρωμοσέλλα της Μεγαλόπολης, ο Π. Κομνηνός στο Ζυγό των Μηλιγγών στον Πάρνωνα, ο Π. Κουγιτέας κοντά στην Καρύταινα, ο Ν. Αλεξόπουλος στο Λογάνικο του Ταϋγέτου, ο Γ. Αναγνωστόπουλος στο βουνό Χελμός της Βελεμίνας στο Λεοντάρι της Αρκαδίας, ο Ιωάννης Πισιμίσης στο Μάτεσι της Γορτυνίας, ο Φαίδων Κουκουλάς στην Αράχωβα της Λακωνίας, ο Π. Καλονάρος βόρεια της Καρύταινας, ο LEAKE στο κάστρο της Θεισόας (Λάβδα), ο Θάνος Βαγενάς στον «Πύργο του Λιόδωρου» στον Πάρνωνα, ο Ιωάννης Κοσμόπουλος στο Κάστρο της Λινίσταινας, ο Ιωάννης Πρίγκουρης στην Πλατιάνα Ηλείας, ο Σπυρίδων Λάμπρος στα σύνορα Ηλείας-Αρκαδίας (αυτός πλησίασε), η Γενική Εγκυκλοπαίδεια «Πάπυρος-Λαρούς» στη λέξη Αράκλοβο αναφέρει ότι βρισκόταν στα Σκορτά, το Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό «Ήλιος» αναφέρει ότι βρισκόταν στην Ολυμπία στον τέως δήμο Αρήνης «και ίσως να ταυτίζεται με το κάστρο παρά την Άλβαιναν, ο Ιωάννης Σφηκόπουλος με το Άλβαινας ή Χρυσούλι Πλατιάνας ή Αίπυ Σαμικού, το Αρκαδικόν Χελμός ή Σιδερόπορτα κάστρο της Βελεμίνας», ο Αγησίλαος Τσιλάλης υποστήριξε την άποψη του Νίκου Βέη ότι είναι το κάστρο της Άλβαινας ή Χρυσούλι, το ίδιο και ο Νίκος Γιαλούρης. Τέλος, ο καθηγητής Μιλτ. Μ. Κάπος το τοποθετεί στην Μίνθη.
Το κάστρο όμως αυτό είχε και το προπύργιό του. Μια τοποθεσία προς Βορράν και σε απόσταση περίπου 1,5 χιλιομέτρου είναι η τοποθεσία Σοπωτό που σημαίνει Κάτω πότης. Πράγματι, από τον μύλο του Σίνου ξεκινούσε αυλάκι για να ποτίζει τα χωράφια στου Σωτήρου. Η τοποθεσία «Σωτήρου» είναι κάπου 300 μέτρα βορειοδυτικά του Καστελλίου. Ο καθηγητής Ηλιόπουλος στο βιβλίο του «Το τοπωνυμικόν της Ηλείας» αναφέρει δύο τοποθεσίες με το όνομα «Σωτήρω» ή «Σωτήρου». Η μία στην Πέρσαινα και η άλλη στην γειτονική ΄Ωλενα. Και ασφαλώς εξηγεί ότι εκεί ήταν εξωκκλήσι η «Μεταμόρφωση του Σωτήρος». Αυτά άκουσε, αυτά έγραψε!
Κανένας όμως πρόγονός μας δεν θυμήθηκε το εξωκκλήσι αυτό. Όλοι όμως ξέρουμε ότι στη μέση του χωραφιού του Ηλία Νικολόπουλου (ή Γκάρλα) είναι ένας σωρός από πελεκητές πέτρες και μεγάλα τούβλα που σήμερα δεν βγάζουν τέτοια. Όλα αυτά είναι «πνιγμένα» από βάτα, ίσως στο έδαφος κάτω απ΄ αυτά να υπάρχουν και άλλα είδη, αλλά νομίζοντας ότι ήταν εκκλησία δεν κάνουν «επέμβαση». Πάντως η σύζυγος Χαρίκλεια του Ηλία, μού ανέφερε ότι είχε κουβαλήσει στο παλιό χωριό κεντητά μάρμαρα και πέτρες που τα εύρισκε στο χωράφι της. Την τοποθεσία αυτή την λέμε «Στου Σωτήρου». Οπότε αν η ονομαστική πτώση είναι ο Σωτήρ, η γενική είναι του Σωτήρος και όχι του Σωτήρου. Αν ήταν η εκκλησία «Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος», γιατί να μην μείνει ακριβώς έτσι και η τοποθεσία ή σκέτο Μεταμόρφωση, όπως ακριβώς συμβαίνει σε πολλές πόλεις και χωριά αλλά και σε πολλές εκκλησίες της χώρας μας;
Εξάλλου τις τοποθεσίες που πήραν το όνομά τους από κάποια εκκλησία, βάζουμε μπροστά την λέξη Άγιος ή Αγία, όπως π.χ. την τοποθεσία «Αγία Παρασκευή» του χωριού μας. Ποτέ δεν την είπαμε «Παρασκευή». Ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει με την τοποθεσία «Σωτήρου» που ποτέ δεν την είπαμε «Στου Αγίου Σωτήρου» είτε στην «Μεταμόρφωση του Σωτήρος» συνεπώς δεν υπήρχε εκεί εξωκκλήσι προς τιμήν της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος. Αλλά και αν υπήρχε θα την ξανάχτιζαν, όταν έπεφτε, όπως έκαναν οι πρόγονοί μας από γενεά σε γενεά και ξανάχτιζαν τον Άγιο Γεώργιο, τον προφήτη Ηλία, τον Άγιο Δημήτριο και την Αγία Παρασκευή, όταν έπεφταν.
Και κάτι ακόμη: Αν ήθελαν να κτίσουν οι πρόγονοί μας τη Μεταμόρφωση του Σωτήρος θα την έκτιζαν 5 χιλιόμετρα μακριά από το χωριό τους για να ταλαιπωρούνται στις 6 Αυγούστου με τη ζέστη; Δεν ήσαν «ωραίες» τοποθεσίες «Η Φυτάδα», «Οι Συκιές», «Η Πιτσίστρα», «Του Βάστα Κολέγα», «Του Πετράκη το αλώνι» κλπ. για να τη κτίσουν;
Επομένως αν ήταν εκεί εκκλησία θα έπρεπε να την ξανάκτιζαν οι κάτοικοι του Αρβανόκαστρου και στη συνέχεια οι πρόγονοί μας Περσαιναίοι. Αλλά, ας προχωρήσουμε για να αποδείξουμε ότι «φταίει» η ορθογραφία της λέξης «Σωτήρου». ΄Όπως η λέξη «Σοπωτό» είναι σύνθετη, έτσι και η λέξη «Σοτύρου» (ναι με ο και υ) και όχι «Σωτήρου», είναι σύνθετη με τις λέξεις ΣΟ και Τύρος που σημαίνουν Κάτω Καστέλλι, Κάτω Κάστρο, Μικρό Κάστρο, Μικρός Πύργος, Προπύργιο, Φυλάκιο. Δηλαδή αποδείξαμε ότι το κάστρο του Δοξαπατρή Βουτσαρά είχε και φυλάκιο ή μάλλον Προπύργιο όπως είχαν και όλα τα κάστρα. Όσον αφορά για τη σύνθετη λέξη «Σοτύρος» γενική «Σοτύρου» πρέπει να ξέρετε Όμηρο για να την καταλάβετε ή νάχετε πολύ καλή εγκυκλοπαίδεια και να μην την μπερδέψετε με το τυρί και την τυρώ ή την πόλη Τύρος. Το ίδιο θα συμβαίνει και με του Σωτήρω της Ώλενας.
Και τα κατωτέρω που θα γράψω δεν είναι άσχετα με το κάστρο του Δοξαπατρή Βουτσαρά. Λοιπόν, οι αδελφοί Αντώνιος και Γεώργιος Διαμαντόπουλος του Γιαννάκη είχαν τα καλλίτερα σπίτια στο χωριό μας, μέσα στο κέντρο του χωριού, με όλες τις ανέσεις τους, μάλιστα ο μακαρίτης ο Αντώνης είχε το κατώι για μαγαζί. Πλούσιοι άνθρωποι με χωράφια, κήπους, πεύκες, γιδοπρόβατα.
Ξαφνικά, ο Γεώργιος αγόρασε κτήματα στον Άγιο Γεώργιο του Πύργου και μαζί με την οικογένειά του (γονείς και παιδιά) μετώκησε εκεί δημιουργώντας καινούργια καλή περιουσία.
Προς τούτο θα παρακαλέσω τους απογόνους τους, αν ξέρουν, να μας επιβεβαιώσουν μήπως στα χωράφια τους οι γονείς τους στην «Μελισίτσα» και στου«Σοτύρου» βρήκαν αντικείμενα αξίας, όπως χρυσαφικά κλπ. και γι΄ αυτό αναγκάστηκαν κι΄ έφυγαν από το χωριό;
Έχουν περάσει επάνω από 60 χρόνια και δεν υπάρχει φόβος να θεωρηθούν ως «αρχαιοκάπηλοι» από την Εφορεία Αρχαιοτήτων της Ολυμπίας.
Ακόμη, θάθελα να με πληροφορήσει ή να τα γράψει στην εφημερίδα όποιος άλλος συγχωριανός μας ξέρει σχετικά και ιδίως τι έγιναν οι μεγάλες μαρμάρινες κολώνες (στήλες) περίπου τριών μέτρων η καθεμιά, που ήσαν στο αλώνι των Διαμαντοπουλαίων στη Μελισίτσα, που τις βλέπαμε να γυαλίζουν όταν έπεφτε ο ήλιος πάνω τους τη στιγμή που περνάγαμε να πάμε με τα πόδια στον Πύργο, στο Χελιδόνι, στο Λαντζόϊ κ.λ.π., κι΄ έπαιζαν τσουλήθρα τα παιδιά τους;
Δεν υπήρχαν τρακτέρ και μπουλντόζες πριν 60 χρόνια στο χωριό μας για να τις μεταφέρουν αλλού ή να τις σπάσουν. Άφησα για τέλος αυτές τις μαρμάρινες στήλες που τις έβλεπαν όσοι είναι πάνω από εξήντα χρονών σήμερα και τους παρακαλώ επιτέλους να λάμψει η αλήθεια για τις ιστορικές τοποθεσίες της χώρας μας. Και για μια ακόμα φορά παρακαλώ τους αρμόδιους για τα περαιτέρω. Πριν όμως τελειώσω θα αναφέρω για τους δύσπιστους και τα εξής:
Ξέρουμε ότι ο Μέγας Αλέξανδρος συνέχεια πολιορκούσε τη νήσο Τύρο. Αλλά δεν μπορούσε να την κυριεύσει. Γι΄ αυτό απεφάσισε να κατασκευάσει έναν μώλο («χώμα») από την ξηρά μέχρι τη νήσο, μέσω του στενού θαλασσίου πορθμού που τις χώριζε, μια απόσταση περίπου μισού μιλίου.
Η επιχείρηση αυτή κράτησε επί μήνες, γιατί τους εμπόδιζαν οι Τύριοι με διάφορα μέσα. Προς τούτο κάλεσε από την Πελοπόννησο περίπου 4000 μισθοφόρους και με νέα σχέδια προσπαθούσε να την κυριεύσει. Παρ΄ όλα ταύτα η πολιορκία κράτησε συνολικά επτά μήνες από τον Ιανουάριο έως τον Ιούλιο του 332 π.Χ.
Κι΄ έτσι το μεγαλύτερο εμπόδιο του Μ. Αλεξάνδρου κατά την εκστρατεία του ήταν η Τύρος. Γι΄ αυτό έμεινε ιστορικό ως κάστρο της Τύρου. Τότε λοιπόν μιμούμενοι οι Έλληνες την αντίσταση των Τυρίων μιας και μάθαιναν τα κατορθώματα του Αλεξάνδρου, ίσως να ονόμασαν την περιοχή που αναφέραμε «Σοτύρο», δηλαδή κάτω Τύρος = Κάτω Κάστρο.
Συνάμα εβάπτιζαν τα παιδιά τους Βουτσαράς, λόγω της ανδρείας του γι΄ αυτό και η νεοελληνική γραμματική αντικαθιστά το β με άλλο γράμμα και έχουμε άλλη συνώνυμη λέξη.
Και κάτι παρόμοιο: Ξέρουμε ότι ο παίχτης Νίκος Μαχλάς θριάμβευε στην Ολλανδία. Γι΄ αυτό πριν από καιρό άκουσα και είδα έναν φίλαθλο της Ολλανδίας στην τηλεόραση να λέει: «Εγώ μόλις γεννηθεί ο γιος μου θα τον βαπτίσω Νίκος».
Ένας ανιψιός μου, μού ανέφερε ότι εκεί που δούλευε στο χωράφι του στο Σοτύρο με την μπουλντόζα βρήκε αυλάκι με αμμοχάλικο θαλάσσης να ξεκινάει από ψηλά (ίσως από τις κοντινές βρύσες) και προχωρούσε με κατεύθυνση προς το Κάτω Κάστρο, που το μέρος εκείνο δεν το οργώνουν νομίζοντας ότι ήταν κάποτε η εκκλησία «Μεταμόρφωση του Σωτήρος», πράγμα που έχω αποκλείσει.
Συμπέρασμα: Και 1% να έχω πιθανότητες θα επιμένω ότι το Κάστρο του Δοξαπατρή Βουτσαρά ήταν στο «Καστέλλι» στην Μελισίτσα με το όνομα Αράκλωβο και το χωριό αργότερα ονομάστηκε Αρβανόκαστρο, από τους Τούρκους.
Νέοι και νέες του χωριού μου βοηθήστε και συνεχίστε κι΄ εσείς αυτό τον αγώνα.
Ο κόπος μου αυτός για να λάμψει η ιστορική αλήθεια με αναγκάζει να παρακαλέσω τους αρμοδίους να ενδιαφερθούν για τα περαιτέρω, γιατί σε περίπτωση αδιαφορίας τους θα πληρώσω μόνος μου μπουλντόζα και «θα ξεθάψω» ό,τι καλό βρω, επειδή πολλά επιφανειακά δια μέσου των αιώνων έχουν παρασυρθεί από τις πλημμύρες και είναι σπασμένα στον γκρεμό του Ραχητσέγκου κι΄ ας χαλάσω τις ελιές του αδελφού μου και να μην νομίσουν ότι αυτό που γράφω είναι «άρα, μάρα».-